Συριανοῦ

Συριανοῦ
Συριανός
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μουσείο, Βιομηχανικό Ερμούπολης (Σύρου) — Το μουσείο στο οποίο παρουσιάζεται η βιομηχανική ιστορία της Σύρου λειτουργεί από τον Μάιο του 2000 στο υποδειγματικά ανακαινισμένο πρώην χρωματουργείο Κατσιμαντή, ένα χτίσμα του 1888, που θεωρείται από τα καλύτερα δείγματα της ελληνικής… …   Dictionary of Greek

  • Ερμείας — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ιστορικός (4oς αι. π.Χ.). Καταγόταν από την Ερμούπολη της Αιγύπτου. Έγραψε τα Πάτρια της Ερμουπόλεως. 2. Ο Μηθυμναίος (4ος αι. π.Χ.). Ιστορικός που έγραψε τα Σικελικά. 3. Ο Αλεξανδρεύς (5ος αι. μ.Χ.). Νεοπλατωνικός… …   Dictionary of Greek

  • Φιξ, Κάρολος — (1865 – 1922). Έλληνας βιομήχανος, βαυαρικής καταγωγής, γιος του Ιωάννη Φ., του πρώτου χρονολογικά ιδρυτή ζυθοποιείου στην Ελλάδα, στη συνοικία Κολωνάκι της Αθήνας. Η οικογένεια Φ. εξελληνίστηκε κυρίως μετά τον γάμο του Κ.Φ. με την κόρη του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”